Articles

Σχέδιο ιδιωτών για χρηματιστήριο εμπορευμάτων στη Θεσσαλονίκη

Του Δημήτρη Διαμαντίδη

Χρηματιστήριο Εμπορευμάτων και κυρίως Γεωργικών Προϊόντων με έδρα τη Θεσσαλονίκη; Ουτοπία ή εφικτό εγχείρημα, που απλά δεν αποτολμήθηκε μέχρι στιγμής; Στα ερωτήματα αυτά απαντά μελέτη της βορειοελλαδικής εταιρείας Capital Markets Experts, που εκπόνησε για λογαριασμό ιδιωτών επενδυτών, οι οποίοι επιθυμούν να εξετάσουν τη συγκεκριμένη πρωτοβουλία.

Η δραστηριοποίηση Ελλήνων επιχειρηματιών και εμπόρων σε Χρηματιστήρια Εμπορευμάτων είναι κάτι που εξασκούν εδώ και αιώνες.

Ειδικότερα, το 1891 σε μια πόλη με έντονη εμπορική δραστηριότητα, όπου το μεγαλύτερο μέρος του εμπορίου και της βιομηχανίας ελεγχόταν από Έλληνες, αποφασίστηκε η ίδρυση ενός Χρηματιστηρίου Εμπορευμάτων με κυρίαρχο προϊόν διαπραγμάτευσης το βαμβάκι. Η πόλη αυτή ήταν η Σμύρνη, το συγκεκριμένο χρηματιστήριο λειτουργεί μέχρι και σήμερα και μάλιστα με συνολικό ετήσιο κύκλο συναλλαγών της τάξης των 4 δισ. ευρώ.

Σήμερα, το ελληνικό βαμβάκι εξάγεται σε σημαντικό βαθμό στην Τουρκία, σε πολύ χαμηλές, κατά κανόνα, τιμές και τροφοδοτεί με πράξεις, όχι μόνο το Χρηματιστήριο της Σμύρνης, αλλά και κάποια δεκάδες ακόμη Χρηματιστήρια Εμπορευμάτων της γείτονος, στα οποία διαπραγματεύεται περισσότερο από το 20% της συνολικής τουρκικής αγροτικής παραγωγής.

Τουρκία
Στην Τουρκία, τα Χρηματιστήρια Εμπορευμάτων πραγματοποίησαν συναλλαγές αξίας 40 δισ. ευρώ το 2010, διαπραγματευόμενα από χρυσό έως ρύζι και από βαμβάκι έως δέρματα ζώων.

Στην Ελλάδα με συνολική αγροτική παραγωγή αξίας μεγαλύτερης των 10 δισ. ευρώ, δεν έχουμε ούτε ένα Χρηματιστήριο Εμπορευμάτων.

Όπως τονίζεται στη μελέτη, το «νεκρό σημείο» από πλευράς συναλλαγών για τη λειτουργία ενός Χρηματιστηρίου Γεωργικών Προϊόντων με έδρα τη Θεσσαλονίκη, είναι μόλις 122 εκατ. ευρώ συναλλαγών. Συγκριτικά, οι επιχειρήσεις της Κεντρικής Λαχαναγοράς Θεσσαλονίκης παρουσιάζουν ετήσιο τζίρο της τάξης των 300 εκατ. ευρώ μόνο σε λαχανικά.

Ένα Χρηματιστήριο Γεωργικών Προϊόντων δεν είναι κατ΄ανάγκη ανταγωνιστής των δημοπρατηρίων, αλλά μπορεί να λειτουργεί ένα επίπεδο πιο πάνω απ΄ αυτά, με τα μέλη του να συγκεντρώνουν τις παραγωγές από τα κατά τόπους δημοπρατήρια και να τις διαθέτουν με πλέον συμφέροντες όρους, μέσω του Χρηματιστηρίου.

Στη μελέτη τονίζεται πως το μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας, που θα αναλάμβανε να δημιουργήσει Χρηματιστήριο Εμπορευμάτων, θα μπορούσε να είναι 10 εκατ. ευρώ. Οι προβλεπόμενες επιβαρύνσεις-προμήθειες θα ήταν 2% για τους παραγωγούς και ακόμη 2% για τους αγοραστές.

Οι προμήθειες αυτές αφορούν στο συνολικό κόστος διαπραγμάτευσης, εκκαθάρισης και διακανονισμού των συναλλαγών. Με ένα δισ. ευρώ συναλλαγών, η εταιρεία θα μπορούσε να πραγματοποιεί καθαρά κέρδη προ φόρων της τάξης των 23,6 εκατ. ευρώ.

Η αναγκαιότητα της αγοράς
Ένα οργανωμένο Χρηματιστήριο Γεωργικών Προϊόντων θα μπορεί να έχει ως κυρίαρχο προσανατολισμό τις εξαγωγές. Στα μέλη του, εκτός από τους τοπικούς παραγωγούς, θα μπορούσαν να ενταχθούν διεθνείς οίκοι εμπορίας αγροτικών προϊόντων, κεντρικές λαχαναγορές μεγάλων πόλεων, αλυσίδες super market και γενικότερα οίκοι με παρουσία στο παγκόσμιο εμπόριο.

Ακόμη, θα ήταν σε θέση να εισάγει τον διεθνή παράγοντα, στη διαμόρφωση των τελικών τιμών, προς όφελος του ίδιου του παραγωγού, κάτι το οποίο αποκλείεται να γίνει στο πλαίσιο των δημοπρατηρίων, τουλάχιστον έτσι όπως σχεδιάζονται.

Παράλληλα, από την πλευρά της ζήτησης και λόγω του λιμανιού της Θεσσαλονίκης, μια τέτοια αγορά θα μπορούσε, πολύ εύκολα, να προσελκύσει εξειδικευμένες αγροτικές παραγωγές από τις γειτονικές χώρες.

Στη βάση της λογικής αυτής, η Βόρεια Ελλάδα θα μπορούσε σύντομα να μετατραπεί, σε μια στρατηγικής αξίας πύλη διάθεσης γεωργικών προϊόντων και ίσως όχι μόνον, μιας και με τις ίδιες υποδομές, θα ήταν εφικτό να ενταχθούν στο «ταμπλό» του Χρηματιστηρίου και άλλα προϊόντα, όπως μέταλλα, καύσιμα, ακόμη και επεξεργασμένα βιομηχανικά προϊόντα.

Επιπλέον, ένας τέτοιος οργανισμός θα μπορούσε να λειτουργήσει ως χρηματοδότης της αγροβιοτεχνολογίας στη χώρα μας, σε συνεργασία, τόσο με κρατικούς φορείς, όσο και με ιδιωτικούς.

Φυσικά, ένα τέτοιο Χρηματιστήριο στην Ελλάδα θα μπορούσε πλέον να γίνει μόνο με την επένδυση ιδιωτικών κεφαλαίων και χωρίς την ανάμειξη του κράτους, το οποίο το μόνο που θα πρέπει να κάνει, είναι να στηρίξει με την κατάρτιση του σχετικού νομοθετικού πλαισίου το συνολικό εγχείρημα, όταν και αν αυτό αποτελέσει υλοποιήσιμη επενδυτική επιλογή.

Οι απαντήσεις της Capital Markets Expert

Μία ανάλογη αγορά θα λειτουργεί στη βάση της φυσικής παράδοσης των προϊόντων ή τα προϊόντα θα διαπραγματεύονται υπό τη μορφή παραγώγων;

Στο ξεκίνημά του θα πρέπει να λειτουργήσει στη λογική της φυσικής παράδοσης προϊόντων και ύστερα από κάποια χρόνια λειτουργίας θα μπορούσε να εισάγει και τη διαπραγμάτευση παραγώγων σε συνεργασία με το Χρηματιστήριο Αθηνών.

Μήπως είναι πολύ πρωτοποριακό για τη χώρα μας ένα τέτοιο εγχείρημα;

Καθόλου. Σκεφτείτε ότι αντίστοιχα χρηματιστήρια υπάρχουν πλην της Τουρκίας, σε χώρες όπως η Βουλγαρία, η Ρουμανία, η Λευκορωσία, η Ουκρανία (η οποία μάλιστα έχει 21 διαφορετικά) και φυσικά προηγμένες χώρες, όπως η Ιταλία με γνωστότερα αυτά της Μπολόνια, του Μπάρι και του Μιλάνο.

Γιατί θεωρείτε ότι τα δημοπρατήρια δεν μπορούν να παίξουν τον ρόλο ενός Χρηματιστηρίου Γεωργικών Προϊόντων;

Εκτός από τους παραπάνω λόγους, οι οποίοι επικεντρώνονται στον διεθνή ρόλο που μπορεί και πρέπει να παίζει ένα χρηματιστήριο εμπορευμάτων, τα δημοπρατήρια έχουν από τη φύση τους περιφερειακό χαρακτήρα. Ήδη μιλάμε δύο χρόνια γι' αυτά και έχουν γίνει πολύ λίγα πράγματα, πιθανότατα και λόγω της εμπλοκής σημαντικού αριθμού φορέων. Τελικά δε φαίνεται πως τα δημοπρατήρια μπορούν να εξοβελίσουν τους μεσάζοντες στο πλαίσιο της διακίνησης των αγροτικών προϊόντων, για τους οποίους όλοι συμφωνούν ότι είναι υπεύθυνοι για το γεγονός ότι ο μεν παραγωγός αμείβεται λίγο και ο δε καταναλωτής πληρώνει υπερβολικά για ένα προϊόν.

Θα μπορούσε ένα τέτοιο Χρηματιστήριο να πετύχει διεθνή επέκταση;

H απάντηση βγαίνει μέσα από ένα ιστορικό παράδειγμα. Ο Συνεταιρισμός των Αμπελακίων το 1780, για την προώθηση των υφασμάτων του, κατόρθωσε να έχει αντιπροσώπους σε είκοσι μεγάλες πόλεις της Ευρώπης. Στην εποχή του διαδικτύου μια τέτοια αγορά, στην οποία θα εμπορεύονται μεταξύ άλλων και προϊόντα της μεσογειακής διατροφής, δεν θα μπορούσε να έχει σημαντικότατη διεθνή παρουσία;

Ποια τα άλλα πλεονεκτήματα αυτής της αγοράς;

Διαφάνεια στη διάθεση των αγροτικών προϊόντων και καταπολέμηση της φοροδιαφυγής των μεσαζόντων, εξάλειψη του φαινομένου -όπου έχει αναπτυχθεί- των καρτέλ. Ακόμη, παρέχεται δυνατότητα πρόσβασης ακόμη και μικρών παραγωγών, οι οποίοι συνήθως παράγουν ποιοτικά προϊόντα, αλλά ο όγκος καταλήγει να λειτουργεί εις βάρος τους στη διαμόρφωση της τιμής που διαπραγματεύονται με τους μεσάζοντες, ενώ οι τελευταίοι συρρικνώνονται δραστικά.

Ποιοι θα μπορούσαν να είναι μέτοχοι σε ένα τέτοιο χρηματιστήριο;

Καταρχήν ιδιώτες, φυσικά ή νομικά πρόσωπα που εμπλέκονται στην παραγωγή και διακίνηση αγροτικών προϊόντων, οργανισμοί λιμένων, εκθεσιακοί οργανισμοί και γενικότερα οποιοσδήποτε θα μπορούσε να προσθέσει έμμεση αξία σε ένα τέτοιο επιχείρημα, όπως για παράδειγμα η ΕΧΑΕ.

 

ena

 

NeaMarketMovie EL

 

AeRO-EN-v2

oxi day foundation

banner-300x250 sbNavi iOS

Newsletter Subscribe

Name:
Email:

We have 5 guests and no members online